Της Ελεάννας Ιωαννίδου
Στη Θεσσαλονίκη τις τελευταίες ημέρες οι μετρήσεις για
την αιθαλομίχλη δεν εμπνέουν ανησυχία στους αρμόδιους και φαίνεται να
έχει λήξει η υποτιθέμενη ετοιμότητα για συναγερμό (sic) και, αν πριν
κάποια χρόνια το περιβάλλον είχε λυγίσει από το στρατηγό Άνεμο, σήμερα
βρίσκει συμμάχους τις Αλκυονίδες μέρες. Μέχρι και την προηγούμενη
εβδομάδα υπήρχαν μετρήσεις που άγγιξαν τα 250μg/m3. Στο Πεκίνο, με
τέτοιες μετρήσεις, θα μπορούσες να μιλήσεις για μια καλή μέρα. Αν, όμως,
είσαι καρκινοπαθής, βρέφος, ηλικιωμένος/η, ασθματικός/ή, τότε η
πραγματικότητα είναι δυστυχώς πολύ χειρότερη. Στην Ελλάδα έχουμε κακή
παράδοση με τα όρια της ρύπανσης. Όταν έχουμε τέτοια (γιατί σε αρκετές
περιπτώσεις -βλ. εξασθενές χρώμιο στο πόσιμο νερό- δεν έχουμε
θεσμοθετημένα όρια), τότε αυτά είναι πάντα υψηλότερα από τα διεθνή
δεδομένα. Στην περίπτωσή μας, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει ορίσει
ως όριο συναγερμού τα 50 μg/m3 για τα σωματίδια διαμέτρου <10 μm,
ενώ στην Ελλάδα το όριο ενημέρωσης του κοινού είναι 101 και το όριο
λήψης έκτακτων μέτρων 150μg/m3. Στην πραγματικότητα είναι δύσκολο να
εκτιμήσουμε το μέγεθος του προβλήματος, ελλείψει επαρκών στοιχείων,
καθώς στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, που μάλιστα σταθερά
πρωταγωνιστεί -ακόμα και πριν την κρίση- στα αιωρούμενα μικροσωματίδια
στην ατμόσφαιρα, δεν υπάρχει σύστημα ενημέρωσης του κοινού για τις
μετρήσεις, οι οποίες, αν ανακοινωθούν, ανακοινώνονται το νωρίτερο την
επόμενη ημέρα της κάθε μέτρησης. Δηλαδή πολύ αργά. Μια ακόμα πτυχή του
παραλόγου είναι πως για τα ιδιαίτερα επικίνδυνα αιωρούμενα σωματίδια
μικρότερης διαμέτρου (κάτω των 2,5μm) δεν υπάρχουν καθόλου μετρήσεις.
Σύμφωνα με την διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Επιχειρήσεων Υγείας
Βορείου Ελλάδος, στα νοσοκομεία δεν έχει παρατηρηθεί αύξηση των
εισαγωγών για ασθένειες που σχετίζονται με την αιθαλομίχλη. Την ίδια
ώρα, βέβαια, το ΚΕΕΛΠΝΟ ανακοινώνει έξαρση για δεύτερη συνεχή χρονιά των
ιώσεων του αναπνευστικού, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από
φαρμακευτικούς συλλόγους. Και, αν είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε τις
άμεσες συνέπειες της έξαρσης της αιθαλομίχλης, είναι ακόμα πιο δύσκολο
να εκτιμήσουμε τις μακροπρόθεσμες. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των Νέων, οι
μόνιμοι κάτοικοι της Αθήνας χάνουν, εξαιτίας της ρύπανσης της
ατμόσφαιρας, ένα χρόνο από το προσδόκιμο ζωής τους κάθε τριάντα χρόνια.
Ακόμα, σύμφωνα με το πρόγραμμα ESCAPE της Ε.Ε. που εξέτασε 310.000
πολίτες από 17 περιοχές της Ευρώπης, για κάθε αύξηση του μέσου όρου των
αιωρούμενων σωματιδίων κατά 10μg/m3, αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης
καρκίνου του πνεύμονα κατά 22%.
Η αναγκαιότητα των όποιων μέτρων δεν συνδέεται μόνο με τα παραπάνω
θλιβερά στατιστικά στοιχεία, αλλά και με εκείνα που δίνουν τα
αποτελέσματα της ενεργειακής φτώχειας στην Ελλάδα. Οι πυρκαγιές σε
διαμερίσματα και οι θάνατοι από μαγκάλια στα χρόνια της κρίσης είναι η
άλλη πτυχή του ίδιου προβλήματος, καθώς το δίλημμα, με το οποίο
έρχονται αντιμέτωποι πολλοί πολίτες, είναι είτε να πεθάνουν γρήγορα από
το κρύο είτε αργά απ την αιθαλομίχλη, την αποψίλωση των περιαστικών
δασών και τις υπόλοιπες μακροπρόθεσμες συνέπειές τους. Ας μην
παραγνωρίζουμε πως οι πρώτοι που έρχονται σε επαφή με τα επικίνδυνα
αιωρούμενα σωματίδια που παράγονται από την καύση διαφόρων υλικών σε
αυτοσχέδιες ή κακοκατασκευασμένες εστίες είναι τα μέλη των οικογενειών
που τα έχουν μέσα στα σπίτια τους. Έτσι, τα μέτρα θα πρέπει να απαντούν
ταυτόχρονα και στα δύο, δηλαδή, να προστατεύσουν τη δημόσια υγεία και
συγχρόνως να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή φτώχεια που προκάλεσαν οι
μνημονιακές πολιτικές.
Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση στα τέλη Δεκέμβρη και αφορούν στο
δέον γενέσθαι, όταν υπάρξει συναγερμός από τη σώρευση αιωρούμενων
μικροσωματιδίων στην ατμόσφαιρα, προκάλεσαν επικριτικά -έως ειρωνικά-
σχόλια για τη φιλοσοφία που τα διέπει. Μέτρα, όπως αυτό του κλεισίματος
των παιδικών σταθμών, που ως γνωστόν καίνε αέριο ή πετρέλαιο και
εξοικονομούν τις καταναλώσεις ενέργειας τις πρωινές ώρες σε πολύ
περισσότερα σπίτια (αυτά των παιδιών), έδωσαν την εντύπωση ότι η
προτεραιότητα της κυβέρνησης, ακόμα και στο θέμα αυτό, είναι η
εξοικονόμηση δημόσιων πόρων. Για να συμπληρωθεί το αλαλούμ, οι παιδικοί
σταθμοί εξαιρούνται από τις δημόσιες υπηρεσίες που σβήνουν την κεντρική
θέρμανσή τους σε περίπτωση συναγερμού. Στην ίδια δέσμη μέτρων
περιλαμβάνονταν ακόμα οι παραδοσιακές νουθεσίες-συστάσεις για διακοπή
χρήσης τζακιών κλπ, ο περιορισμός κατά 30% της βιομηχανικής/βιοτεχνικής
παραγωγής και μέτρα που αφορούν στην προστασία του πληθυσμού και ειδικά
των ευπαθών ομάδων. Φυσικά, τα μέτρα αυτά ποτέ δεν εφαρμόστηκαν,
εξαιτίας αφενός της έλλειψης σχετικής πολιτικής βούλησης και της
πρόδηλης αναποτελεσματικότητάς τους και αφετέρου της ανυπαρξίας
συστήματος άμεσης και αποτελεσματικής ειδοποίησης για την υπέρβαση των
ορίων. Και, αν στο λεκανοπέδιο υπάρχει η δυνατότητα ενημέρωσης των
πολιτών μέσω του διαδικτυακού τόπου του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου
(και η συνεπακόλουθη λήψη μέτρων -έστω- αυτοπροστασίας), στη
Θεσσαλονίκης οι πολίτες επαφίενται σε καθυστερημένες ανακοινώσεις. Οι
παρεμβάσεις-διεκδικήσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης φαίνεται να
εξαντλούνται είτε στη διελκυστίνδα μεταξύ ΔΕΗ, Δήμων και κεντρικής
διοίκησης για το ποιος έχει την ευθύνη συλλογής στοιχείων για τις
ευπαθείς ομάδες, είτε στη διεκδίκηση δωρεάν εγκατάστασης φυσικού αερίου
και άρα επιφανειακά και χωρίς πρωτοβουλία. Κι όλα αυτά, ενώ το WWF με τα
αφοπλιστικά ερωτήματά του, αποδομεί, ως γελοιωδώς ασήμαντη, την έκπτωση
στους λογαριασμούς ρεύματος που τάζει η κυβέρνηση. Έτσι, μεταξύ άλλων
τραγωδιών, τα παιδιά στη Θεσσαλονίκη συνεχίζουν ανελλιπώς και
ανεξαρτήτως μετρήσεων και ορίων να λαχανιάζουν σε εξωτερικούς χώρους στο
μάθημα της γυμναστικής που υποτίθεται πως υπηρετεί την καλή φυσική
κατάστασή τους και οι καρκινοπαθείς κλείνουν τους δρόμους σε μια
πρωτοφανή συγκέντρωση διαμαρτυρίας.
Είναι, λοιπόν, επείγον το φαινόμενο της αιθαλομίχλης στη Θεσσαλονίκη
να αντιμετωπιστεί με τη δέουσα σοβαρότητα. "Αρμοδιότητες" και "ευθύνες"
έχουν όλοι: Η κυβέρνηση, η περιφέρεια, οι δήμοι, οι βιομηχανίες, το
πανεπιστήμιο, ο (δυστυχώς ιδιαίτερα ρυπογόνος, λόγω κακής συντήρησης του
στόλου του) ΟΑΣΘ και οι πολίτες. Απαιτούνται επείγουσες, άμεσες,
μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες κινήσεις και είναι αδιανόητο η όποια
επιφυλακή -που την ακούσαμε μα δεν την είδαμε- να εξαντλείται στη λήψη
μόνο επειγόντων -άρα αποσπασματικών- μέτρων.
Καταρχάς, είναι υπερεπείγον να υπάρξει δυνατότητα διαρκούς ενημέρωσης
των πολιτών, των σχολείων, νοσοκομείων κλπ σε πραγματικό χρόνο για τις
συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων όλων των διαστάσεων. Η Περιφέρεια,
στο πλαίσιο της οποίας λειτουργεί η κατεξοχήν αρμόδια υπηρεσία πολιτικής
προστασίας, οφείλει να αναρτά διαρκώς και ταυτόχρονα τα στοιχεία που
συγκεντρώνονται, σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο, σε ειδική ιστοσελίδα,
για να υπάρχει η δυνατότητα αυτοπροφύλαξης των πολιτών, και να
ειδοποιεί τους διευθυντές σχολείων, νοσοκομείων, ιδρυμάτων και φυλακών,
όταν οι συγκεντρώσεις είναι μεγάλες. Αντίστοιχα, οι δήμοι να ειδοποιούν
άμεσα και πρόσφορα τους πολίτες, όταν υπάρχει υπέρβαση των ορίων που
θέτει ο Π.Ο.Υ. Το σύστημα αποστολής sms σε όλους τους δημότες που
εφαρμόζει ήδη ο Δήμος Χορτιάτη, για να τους ειδοποιεί για τις εκδηλώσεις
του, να περιλάβει έκτακτη ενημέρωση για τη ρύπανση της ατμόσφαιρας και
να επεκταθεί σε όλους τους Δήμους. Είναι αδιανόητο να περιμένουμε από
όλους τους πολίτες να ενημερώνονται, προκειμένου να αυτοπροστατευθούν,
μόνο από τα ΜΜΕ.
Η κυβέρνηση άμεσα να μειώσει τα όρια, τουλάχιστον σύμφωνα με τα
ευρωπαϊκά -αν όχι του Π.Ο.Υ- δεδομένα. Στα έκτακτα μέτρα που οφείλει να
εκπονήσει πρέπει να δοθεί έμφαση στην άμεση διακοπή των εστιών που
ευθύνονται περισσότερο για το φαινόμενο. Η διακοπή της βιομηχανικής
παραγωγής, της κίνησης ορισμένων οχημάτων στις πόλεις και των άσκοπων
μετακινήσεων (σε συνδυασμό με τον απαραίτητο έλεγχο των ρύπων των
οχημάτων που, όμως, έχει σταματήσει στην πράξη προ πολλού να
διενεργείται) δεν αρκεί, γιατί δεν αντιμετωπίζει την πλέον πρόδηλη αιτία
έξαρσης του φαινομένου που είναι η κακή καύση για θέρμανση. Η μείωση
του φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης, μέτρο επίσης απαραίτητο, επίσης δεν
αρκεί: οι περισσότερες πολυκατοικίες με κεντρική θέρμανση τίθενται εκτός
του μέτρου, καθώς τα περισσότερα νοικοκυριά, από αυτά που καίνε ξύλο ή
πέλετς για να ζεσταθούν, δεν μπορούν να αποκτήσουν πετρέλαιο, ακόμα και
με μειωμένη τιμή. Αυτό σημαίνει πως άμεση ανάγκη είναι να επανασυνδεθούν
οι κομμένες λόγω οφειλών παροχές ρεύματος, τουλάχιστον στις οικογένειες
με παιδιά, ασθενείς ή ηλικιωμένους. Μόνο όταν υπάρχει ρεύμα σε ένα
σπίτι, μπορούμε να κάνουμε λόγο για θέρμανση χωρίς ξύλα ή αγνώστου
προελεύσεως υλικά. Γι αυτό χρειάζεται πρωτίστως πολιτική βούληση, καθώς
μια ελάχιστη παροχή ενέργειας -για ορισμένες έστω ώρες ή κιλοβατώρες την
ημέρα- θα έπρεπε να αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα και να είναι αδιανόητη η
εξάρτηση της εξόφλησης των λογαριασμών (σε περίπτωση αποδεδειγμένης
αδυναμίας) με τη συνέχιση της παροχής.
Αυτό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να σημαίνει, όμως, πως
αποδεχόμαστε τη μετακύλιση του υγειονομικού κόστους στον αέρα της
Κοζάνης και της Πτολεμαΐδας, άρα πρέπει ταυτόχρονα να υπάρξει μέριμνα
για το ενεργειακό ισοζύγιο λιγνίτη/ΑΠΕ, με εξοικονόμηση ενέργειας,
μεταφορά του επιπλέον κόστους στους σπάταλους καταναλωτές, και επιδότηση
της εγκατάστασης θερμαντικών μέσων τελευταίας τεχνολογίας με μεγάλη
ενεργειακή απόδοση, αλλά και της μετατροπής των απλών τζακιών σε
ενεργειακά αυξημένης απόδοσης. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, φυσικά,
είναι από μόνες τους ένα ολόκληρο κεφάλαιο όχι μόνο για την αντιμετώπιση
της ενεργειακή φτώχειας, αλλά (αν σχεδιαστούν αποκεντρωμένα με
συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών) και για μια βιώσιμη επένδυση στην
ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας. Το μεγαλύτερο, ίσως, κεφάλαιο που
οφείλει όμως, επιτέλους, να ανοίξει η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της
ενεργειακής φτώχειας και τη συνεπακόλουθη έξαρση της ιδιαίτερα
ρυπογόνου καύσης για θέρμανση, είναι η ενεργειακή θωράκιση των κτιρίων. Η
δανειακή επιδότηση («εξοικονόμηση κατ’ οίκον») και ο θεσμός της
ενεργειακής επιθεώρησης είναι βέβαιο πως δεν λειτούργησαν και
χρειάζονται επανασχεδιασμό και ενίσχυση, ώστε να αντιμετωπιστεί
συγχρόνως και η τεράστια ανεργία στον κλάδο της οικοδομής.
Και φυσικά, οι ίδιοι οι πολίτες οφείλουν να είναι υπεύθυνοι. Όσοι
έχουν την οικονομική δυνατότητα, να το ξανασκεφτούν πριν επενδύσουν σε
τζάκια, καυστήρες πέλετ (γιατί, δυστυχώς, δεν υπάρχει ακόμα διαδικασία
πιστοποίησης της προέλευσης του καυσίμου τους), ή ξυλόσομπες και όσοι
δεν μπορούν να το αποφύγουν ας φροντίζουν να ελέγχουν την προέλευση των
υλικών που χρησιμοποιούν, μονώνοντας συγχρόνως με έξυπνους και φθηνούς
τρόπους τα σπίτια τους.
Πρώτιστη μέριμνα όλων μας, όπως σε κάθε κρίση για τη δημόσια υγεία,
πρέπει να είναι η μείωση της βλάβης. Βασική μέριμνα της Πολιτείας
οφείλει να είναι, επιπροσθέτως, η εξάλειψη όλων των αιτίων που την
προκαλούν. Συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης της ραγδαίας
φτωχοποίησης μεγάλων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Όσο δεν
αντιμετωπίζεται αυτή, θα συνεχίσουμε να αναζητούμε τον ελέφαντα στην
αιθαλομίχλη.
(*Η Ελεάννα Ιωαννίδου είναι δικηγόρος, πολύτεκνη μητέρα και πρώην εκπρόσωπος τύπου των Οικολόγων Πράσινων)