Translate

Τρίτη 29 Απριλίου 2014

Βίος Γραφικός





Φαρμακοποιός – Φωτογράφος - Φεμινίστρια
Μια ζωή,
της οποίας οι επιλογές καταδεικνύουν  ότι -
 η πράξη αυτή
της διχοτόμησης κυριαρχεί.

Γι’ αυτό
Ονειρεύομαι
έναν κόσμο δίκαιΟ
ΟλόκληρΟ
χωρίς τις διαχωριστικές γραμμές
ανάμεσα σε
ξένους και ντόπιους
μεγάλους και μικρούς
άντρες και γυναίκες

και ένα βίο γραφικό,
στο τέλος του
να γελώ.

Δεν ξέρω τίποτε πιο καταθλιπτικό από το να περιμένει κάποιος 
τα πράγματα να γίνουν καλύτερα.
Από ποιόν το περιμένουμε? Για πόσο ακόμα?

Εγώ σηκώνομαι λοιπόν, πιάστηκα.
Κουράστηκα.
Δεν μου ταιριάζει η μιζέρια.
Είμαι νέα.
Θέλω να ζήσω σε κόσμο Όμορφο.

Εύη Χαμουρατίδου

(Η Εύη είναι υποψήφια για το τοπικό συμβούλιο της Καρδίας με την Παρέμβαση Πολιτών για το Δήμο Θέρμης)

Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΩΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΔΗΜΟΥ ΘΕΡΜΗΣ


Η Παρέμβαση Πολιτών Δήμου Θέρμης ανακοινώνει την πρώτη ομάδα 54 υποψηφίων για τις δημοτικές εκλογές. Περιλαμβάνει πολίτες από όλα τα δημοτικά διαμερίσματα και από όλες τις ηλικιακές ομάδες. Όλοι και όλες οι συμμετέχοντες είναι ενεργοί πολίτες στις τοπικές κοινωνίες: μέλη τοπικών κινημάτων, μέλη τοπικών αθλητικών και πολιτιστικών συλλόγων, ενεργοί στους συλλόγους γονέων, πρωτοπόροι αγρότες, δυναμικοί επαγγελματίες, δραστήριοι εκπαιδευτικοί, καταξιωμένοι επιστήμονες και καθηγητές πανεπιστημίου.

Α. ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ

  1. Δανιηλίδης Διονύσης του Κυριάκου, επιχειρηματίας, με μακροχρόνια εμπειρία στις εκδόσεις, στη διανομή και στο εμπόριο βιβλίων. Κάτοικος Περιστεράς.
  2. Καλαϊτζίδης Δημήτρης του Πολυκάρπου, γιατρός του ΕΣΥ, επιμελητής Β’ στο Κέντρο Υγείας Παλαιοχωρίου Χαλκιδικής. Προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης Θέρμης.
  3. Κούτρη Ευαγγελία του Αποστόλου, απόφοιτος κομμωτικής /αισθητικής , μητέρα δύο παιδιών με ενεργή τοπική δράση. Κάτοικος Περιστεράς.
  4. Κώττης Δημήτριος του Βασιλείου, δασολόγος τοπογράφος. Κάτοικος Περιστεράς.
  5. Μανουσαρίδης  Ελευθέριος του Γεωργίου, ιδιωτικός υπάλληλος,  με σπουδές φυσικοθεραπείας, δραστηριοποιείται στους πολιτιστικούς συλλόγους του Μονοπηγάδου. Κάτοικος Μονοπηγάδου.
  6. Μαστορούδη Ευγενία του Αποστόλου, πρώην εργαζόμενη του δήμου Βασιλικών, κάτοικος Βασιλικών.
  7. Μεσιτίδης Βασίλειος του Γεωργίου, Ψυχολόγος, απόφοιτος πανεπιστημίων Η.Π.Α., ενεργό μέλος διαφόρων συλλογικοτήτων. Κάτοικος Περιστεράς.
  8. Νασιούδης Δημήτριος  του Αναστασίου,  εργοδηγός μηχανολόγος, κάτοικος Σουρωτής.
  9. Ντισλής Δημήτριος του Αθανασίου, ιδιωτικός υπάλληλος, καλαθοσφαιριστής. Κάτοικος Περιστεράς
  10. Σαλαγκούδη Ανδρονίκη  του Αναστασίου, φιλόλογος καθηγήτρια μέσης εκπαίδευσης. Κάτοικος Βασιλικών.
  11. Σαραφιανός Χρήστος του Ηλία, κάτοικος Βασιλικών, πολιτικός μηχανικός, διατηρεί τεχνικό γραφείο στα Βασιλικά, διετέλεσε πρόεδρος του Γ.Α.Σ. Βασιλικών.
  12. Σύρος Χημευτός (Φούλης) του Ηλία, πωλητής στον όμιλο ΒΙΟΧΑΛΚΟ, μέλος της θεατρικής ομάδας Βασιλικών, δραστηριοποιείται στο χώρο του αθλητισμού. Κάτοικος Βασιλικών.
  13. Τουλκερίδης Γιώργος του Νικολάου. Αστυνομικός. Αντιπρόεδρος αθλητικού συλλόγου Ατρομήτου Αγ. Αντωνίου. Κάτοικος Αγ. Αντωνίου.


Β. ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΙΚΡΑΣ

  1. Αναστόπουλος Ανάστος – Τζαμαλής. Κάτοικος Πλαγιαρίου. Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Χημείας του ΑΠΘ. Μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ηλεκτροχημείας. Ενεργό μέλος του πανεπιστημιακού κινήματος.
  2. Αντωνιάδης Κώστας του Παύλου, κτηματομεσίτης, διετέλεσε μέλος της διοίκησης του συλλόγου κτηματομεσιτών Θεσσαλονίκης. Κάτοικος Καρδίας.
  3. Δραγώγια Μαρία του Εμμανουήλ, κοινωνική λειτουργός, διατηρεί βιβλιοπωλείο στο Τρίλοφο, διετέλεσε πρόεδρος του συλλόγου γονέων στο Δημ. Σχολείο Κάτω Σχολαρίου. Κάτοικος Κάτω Σχολαρίου.
  4. Καραγιαννόπουλος Γιάννης του Γεωργίου, βιβλιοπώλης, πτυχιούχος Γεωπονικής, συμμετέχει σε κοινωνικά κινήματα της περιοχής του. Κάτοικος Κάτω Σχολαρίου.
  5. Κεραμίδας Παντελής του Νικολάου. Γεννήθηκε στο Κάτω Σχολάρι, κτηματομεσίτης. Ασχολείται με τον ερασιτεχνικό αθλητισμό στο χώρο του μπάσκετ.
  6. Κοτσανά  Ρουμπίνη. Γεννήθηκε στη Λάκκα Αχαΐας και κατοικεί στο Πλαγιάρι. Πτυχιούχος του Οικονομικού Τμήματος του ΑΠΘ και της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης. Δασκάλα στο δημοτικό σχολείο Kάτω Σχολαρίου.
  7. Κουκουλής Χρήστος του Αντωνίου, οικονομολόγος, φιλόλογος και θεολόγος, ιδιοκτήτης φροντιστηρίου. Δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον Τρίλοφο.
  8. Μαϊκίδης Χρήστος του Γεωργίου. Κάτοικος Τρίλοφου. Αρχιτέκτονας Μηχανικός.  Διευθυντής σε Ιδιωτικό Ι.Ε.Κ. Αργυροχρυσοχοϊας στη Θεσσαλονίκη. Μέλος της Πρωτοβουλίας κατοίκων Μίκρας.
  9. Μπότσαρης Δημήτρης του Κωνσταντίνου, συνταξιούχος ΟΤΕ, πολιτικός μηχανικός, κάτοικος Καρδίας. Προεδρεύων του συλλόγου των απανταχού Σουλιωτών. Τοπικός Σύμβουλος Καρδίας.
  10. Παλαιοδημόπουλος Ιωάννης του Μενελάου, οικονομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Στοκχόλμης, συνταξιούχος, καταξιωμένος κατασκευαστής κλασσικής κιθάρας. Κάτοικος Κάτω Σχολαρίου.
  11. Πιστόκουλος Αθανάσιος του Θεοφάνη, Ηλεκτρολόγος, συνταξιούχος Δημοσίου.
  12. Πολιτίδης Νίκος του Κων/νου, ελεύθερος επαγγελματίας στο χώρο της διαφήμισης και της επικοινωνίας. Πρόεδρος συλλόγου γονέων του 1ου ΓΕΛ Μίκρας. Εθελοντής στο Κοινωνικό Ιατρείο Θέρμης. Μέλος της Πρωτοβουλίας κατοίκων Θέρμης. Κάτοικος Τριλόφου.
  13. Πράτανος Απόστολος  του Αθανασίου. Κάτοικος Τριλόφου. Πτυχιούχος Νομικής και Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ καθώς και του Παιδαγωγικού Τμήματος της ΣΕΛΕΤΕ. Συνταξιούχος τραπεζικός. Κοινοτικός σύμβουλος  Τριλόφου. Δημοτικός σύμβουλος Μίκρας.
  14. Ρήγα Σταυρούλα του Γεωργίου, εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση στο 2ο Δημοτικό σχολείο Καρδίας. 
  15. Σαλάκος Δημήτριος του Χριστοδούλου, συνταξιούχος του ΟΑΣΘ, μέλος ΔΣ του αθλητικού συλλόγου Δόξας Τριλόφου. Κάτοικος Τριλόφου.
  16. Σαμούρη Θεοδοσιάδου Στέλλα, συνταξιούχος δικηγόρος, συγγραφέας, κάτοικος Τριλόφου.
  17. Τασούδη Ευαγγελία (Λια) κατοικεί στον Τρίλοφο. Τεχνικός Σκηνογραφικού του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Ζωγράφος και διακοσμήτρια. Συνεργάζεται με θεατρικές ομάδες στη Θεσσαλονίκη.
  18. Τζιόλας Γεώργιος του Αλέκου, τελειόφοιτος φοιτητής Πολυτεχνείου ΑΠΘ, μηχανολόγος μηχανικός. Εργάζεται σε αντιπροσωπεία  πωλήσεων αυτοκινήτων.
  19. Φινοπούλου Εύη Κατοικεί στο Πλαγιάρι. Έχει σπουδάσει  δημοσιογραφία. Συνταξιούχος της ΕΚΟ ΑΒΕΕ. Συμμετείχε στην Κίνηση Δημοκρατικών Γυναικών.

Γ. ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΘΕΡΜΗΣ

  1. Αγγελόπουλος Γιώργος του Βασιλείου, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Αντιπρόεδρος Συλλόγου Γονέων 1ου Δημ. Σχολείου Θέρμης, μέλος Πρωτοβουλίας κατοίκων Θέρμης, Πρόεδρος του συλλόγου φίλων Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης στο Δήμο Θέρμης.
  2. Αμοιρίδου-Σαμψωνίδου Μαρία του Ιωάννη, γραφίστας, διετέλεσε πρόεδρος του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων του 2ου Δημ. Σχολείου Ραιδεστού. Κάτοικος Ν. Ραιδεστού (Οικισμός Φιλοθέης)
  3. Βοριάς Νίκος του Δημητρίου, επιχειρηματίας, κάτοικος Νέας Ραιδεστού.
  4. Βουρτσιάδης Άρης του Αθανασίου, Πρόεδρος συλλόγου γονέων 1ου και 2ου Νηπιαγωγείου Ραιδεστού,  μέλος ΔΣ Λέσχης Μοτοσικλετιστών Θέρμης.
  5. Γαβριηλίδης Δημήτριος του Παύλου, Εκπαιδευτικός/ Υποδιευθυντής 3ου Δημοτικού σχολείου Θέρμης, Πρόεδρος της Ένωσης συλλόγων Γονέων του Καλλικρατικού Δήμου Θέρμης, Πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων του 1ου Γενικού Λυκείου Θέρμης, Πρόεδρος του Αθλητικού Συλλόγου Θέρμης «Θερμαίος».
  6. Δεληγιάννης Λευτέρης του Αντωνίου, απόστρατος αξιωματικός της πολεμικής αεροπορίας. Παντρεμένος με 2 παιδιά. Κάτοικος Ταγαράδων από το 2010.
  7. Ιωσηφίδης  Γιάννης του Ξενοφώντα, φυσικός,  καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, μέλος Πρωτοβουλίας κατοίκων Δήμου Θέρμης, μέλος του συλλόγου φίλων Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης στο Δήμο Θέρμης.
  8. Καραπέτσας Κώστας του Αθανασίου, εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, Πρόεδρος συλλόγου Ενεργών Πολιτών Δήμου Θέρμης. Συνδικαλιστής στο χώρο της παιδείας. Κάτοικος Τριαδίου.
  9. Κάσινου – Αμπατζά Ιφιγένεια του Μιχαήλ, δικηγόρος, μέλος δικηγορικού συλλόγου Θεσσαλονίκης και τηςΔικηγορικής Ριζοσπαστικής Συνεργασίας. Κάτοικος Νέας Ραιδεστού.
  10. Κεφαλάς Ανέστης του Κων/νου, αντιπρόεδρος του συλλόγου Γηγενών Μακεδόνων Θέρμης, τεχνίτης εκτυπωτής, κάτοικος Τριαδίου.
  11. Κοκκίνης Σπύρος του Νικολάου, συνταξιούχος ΟΤΕ, μέλος Πρωτοβουλίας κατοίκων Δήμου Θέρμης, μέλος ΔΣ συλλόγου φίλων Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης Θέρμης.
  12. Λακάκης Κώστας του Νικολάου, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ, συνδικαλιστής του ΤΕΕ/ΤΚΜ. Κάτοικος Ν. Ραιδεστού εδώ και 15 χρόνια.
  13. Μιχαηλίδου Ευαγγελία του Δημητρίου, γεννήθηκε στις Σέρρες, επιχειρηματίας στο χώρο του τουρισμού. Μητέρα τριών παιδιών. Κάτοικος Τριαδίου.
  14. Παναγιώτου Νίκος του Ιωάννου, αρχιτέκτονας μηχανικός, εκπαιδευτικός μέσης εκπαίδευσης, μέλος ΤΕΕ από το 1988, διετέλεσε μέλος συλλόγων γονέων στη Νέα Ραιδεστό. Κάτοικος Νέας Ραιδεστου.
  15. Πανταζής Παύλος Αναπληρωτής καθηγητής και πρόεδρος στο Τμήμα κινηματογράφου του ΑΠΘ, μέλος Πρωτοβουλίας κατοίκων Θέρμης, μέλος του συλλόγου φίλων Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης Θέρμης.
  16. Παντελής Σταύρος του Παντελή, οδοντίατρος. Σπούδασε στο ΑΠΘ. Μεταπτυχιακές σπουδές και εργασία στην Μεγ. Βρετανία. Διατηρεί οδοντιατρείο στους Ταγαράδες. Προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης Θέρμης.
  17. Παπαγιαννάκης Χρήστος του Βασιλείου, επιχειρηματίας στο χώρο του δερμάτινου ενδύματος και της γούνας. Διετέλεσε πρόεδρος στο αθλητικό σύλλογο Ατρόμητος Τριαδίου, κάτοικος Ν. Ρυσίου.
  18. Ρικούδης Απόστολος του Κυριάκου, Μηχανολόγος ολοκληρωμένης παραγωγής. Κάτοικος Θέρμης.
  19. Τζίκα Βάσω του Δημητρίου, προερχόμενη από τον επιχειρηματικό κόσμο, τώρα συνταξιούχος. Μέλος Πρωτοβουλίας κατοίκων Θέρμης. Κάτοικος Θέρμης.
  20. Τριανταφυλλίδης Νίκος του Θεοφίλου, θερμοϋδραυλικός/ ψυκτικός, δραστηριοποιείται στο χώρο του πολιτισμού και του αθλητισμού. Κάτοικος Θέρμης.
  21. Τσιφτελίδου Αννα του Βασιλείου, πτυχιούχος Νομικής ΑΠΘ, εργάζεται ως δικηγόρος , μέλος του Δικηγορικού συλλόγου Θεσσαλονίκης. Κάτοικος Θέρμης.

Αποχαιρετιστήρια επιστολή Gabriel Garcia Marquez

 

Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ. Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που αξίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν. Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόνταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!

Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου. Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα μ' ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη. Θα πότιζα με τα δάκρια μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ' αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους...


Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή... Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.

Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται! Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη. Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους... Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά. Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα.Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.


Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις απ' την πόρτα, θα σ' αγκάλιαζα και θα σού 'δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ' έβλεπα, θα έλεγα "σ' αγαπώ" και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ΄θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.


Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν' το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία. Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις "συγνώμη", "συγχώρεσέ με", "σε παρακαλώ", "ευχαριστώ" κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ' τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα.


Τρίτη 15 Απριλίου 2014

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΔΗΜΟΥ ΘΕΡΜΗΣ






Ενεργοί πολίτες από όλες τις Δημοτικές Ενότητες του Δήμου Θέρμης αναλαμβάνουμε την πρωτοβουλία δημιουργίας μιας νέας δημοτικής παράταξης. Βασικές μας αξίες είναι η άμεση δημοκρατία, η αποκέντρωση, η ανανέωση στις θέσεις εκπροσώπησης και η συλλογικότητα. Δεσμευόμαστε να υπηρετήσουμε με αγωνιστικότητα, διαφάνεια και αυτονομία την τοπική αυτοδιοίκηση.
Θεωρούμε την Τοπική Αυτοδιοίκηση ως στοιχείο δημοκρατίας και δημιουργίας στον τόπο μας και ως λαϊκό θεσμό που εκπροσωπεί την κοινωνία και αναφέρεται σε αυτήν. Πιστεύοντας στο δημιουργικό μεράκι και τη δύναμη της ενότητας και χωρίς αρχηγισμούς  σχεδιάζουμε  μια πρόταση δημιουργικής ανατροπής για τον τόπο μας.
ü  Δεν εκπροσωπούμε κανένα πέρα από τους εαυτούς μας
ü  Δεν αναθέτουμε την προσπάθεια αυτή σε κανένα
ü  Θέλουμε όλους τους πολίτες παρόντες και συμμέτοχους
ü  Λογοδοτούμε μόνο στην κοινωνία του τόπου μας και στο μέλλον των παιδιών μας
Είμαστε αντιμέτωποι με τα σχέδια υποβάθμισης της ζωής μας, του δήμου Θέρμης και των υπηρεσιών του. Διατυπώνουμε μια πρόταση υπέρβασης  της κρίσης ξεκινώντας από το δήμο μας. Με την Αυτοδιοίκηση στο προσκήνιο και με προτεραιότητα στον άνθρωπο, στην κοινωνία και όχι στους αριθμούς και τα μεγάλα έργα.
Η Αυτοδιοίκηση είναι συνυφασμένη με τη δημοκρατία, το κοινωνικό κράτος, τα δημόσια αγαθά, τη λαϊκή συμμετοχή και τη δημιουργία. Οι Δήμοι πρέπει να είναι θεσμοί ενός αποκεντρωμένου κράτους προωθώντας ένα νέο κοινοτισμό  στηριζόμενο στην αφύπνιση της κοινωνίας. Είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ απαραίτητο να ενισχυθεί ο διεκδικητικός ρόλος της Αυτοδιοίκησης με  δομές και δράσεις αλληλεγγύης, αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων και δημόσιες επενδύσεις που θα διασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή και την απασχόληση.
Το σχέδιο Καλλικράτης συνιστά εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής στην Αυτοδιοίκηση και δεν υπηρετεί την αναγκαία διοικητική μεταρρύθμιση Ο Καλλικράτης συρρικνώνει τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς οδηγώντας  σε ένα συγκεντρωτικό τρόπο διοίκησης. Η παράταξη της πλειοψηφίας στο Δήμο Θέρμης δεν συνειδητοποίησε έγκαιρα ότι η εφαρμογή του Καλλικράτη δεν στόχευε στο αίτημα αναβάθμισης της Αυτοδιοίκησης αλλά ακύρωνε την έκφραση των πολιτών και των οικισμών.
Η εφαρμογή των μνημονίων και των κυβερνητικών επιλογών στην Αυτοδιοίκηση οδηγεί πανελλαδικά στην ιδιωτικοποίηση βασικών δημοτικών λειτουργιών, στο ξεπούλημα της δημοτικής περιουσίας, σε απολύσεις και ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, στην υποβάθμιση της πολιτιστικής και αθλητικής δραστηριότητας καθώς και των κοινωνικών υπηρεσιών. Υποβαθμίζεται ο χαρακτήρας της Αυτοδιοίκησης στη χώρα μας, συρρικνώνεται η κοινωνική πολιτική  και διασπάται η κοινωνική συνοχή, σε μια περίοδο που οι εφαρμοζόμενες πολιτικές οδηγούν στη φτωχοποίηση των πολιτών και στον εκφασισμό της κοινωνίας.
Αυτό το πλαίσιο οικονομικής ασφυξίας οδηγεί σε πολιτική ασφυξία την Τοπική Αυτοδιοίκηση και το Παρατηρητήριο - «επιτροπεία» καταργεί πλήρως την αυτονομία της και οδηγεί σε επιβολή τοπικών φόρων σε βάρος των πολιτών. Η ηγεσία της Αυτοδιοίκησης παρέμεινε εγκλωβισμένη στις κομματικές της εντάξεις και έχει σημαντική ευθύνη για την κατάντια των δήμων.
Σε αυτή την κατάσταση δεν μπορούμε να είμαστε αμέτοχοι. Διαχωρίζουμε τη θέση μας από τη δημοτική αρχή και τις άλλες παρατάξεις στη Θέρμη, που δεν αναγνωρίζουν την ανάγκη της κοινωνίας για ανατροπή κατεστημένων απόψεων, ριζική ανανέωση προσώπων, δημιουργικότητα και πάνω από όλα δημοκρατία και συμμετοχή στις αποφάσεις.
Ιδρύουμε την ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ Δήμου Θέρμης γιατί χρειαζόμαστε δημοτικές αρχές που θα ανταποκρίνονται στην ανάγκη για ΟΤΑ δυνατούς, αγωνιστικούς και με κοινωνικό πρόσημο. Υποστηρίζουμε τις δημιουργικές αντιστάσεις και τα μέτωπα συνεργασιών στις κοινωνίες μας. Στόχος μας είναι ο σχεδιασμός και η υποστήριξη της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της τοπικής ανάπτυξης και η ενίσχυση της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης.
Η προγραμματική μας πρόταση στηρίζεται στη διασφάλιση και επέκταση των δημόσιων χαρακτηριστικών στη λειτουργία των Δήμων, στην υπεράσπιση των αξιών του δημόσιου χώρου, την οικονομική αυτοτέλεια των Δήμων μέσω της ριζικής φορολογικής μεταρρύθμισης, χωρίς νέους φόρους.
Η Παρέμβαση Πολιτών του Δήμου Θέρμης βάζει ως προτεραιότητες :
- για το δήμο
1.      Τον δημοκρατικό κοινωνικό έλεγχο όλων των επιπέδων λειτουργίας του δήμου και της οικονομικής διαχείρισης μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες .
2.      Την ενίσχυση των συμμετοχικών θεσμών όπως η λογοδοσία, οι λαϊκές συνελεύσεις, τα δημοψηφίσματα, ο συμμετοχικός προϋπολογισμός και προγραμματισμός. Η προσπάθεια αυτή οφείλει να δημιουργήσει νέους ρόλους για ενεργούς πολίτες.
3.      Την ενίσχυση της άμεσης και αποκεντρωμένης δημοκρατίας σε κάθε Κοινότητα, με ουσιαστική ενδυνάμωση της λειτουργίας τους, με πόρους και αρμοδιότητες, αντιμετωπίζοντας στην πράξη τις  αρνητικές συνέπειες του Καλλικράτη και έχοντας ως αίτημα την υπέρβασή του ως θεσμικό πλαίσιο της Αυτοδιοίκησης.
4.      Πλήρη διαφάνεια σε όλες τις πράξεις των ΟΤΑ χωρίς να παραβιάζεται η αυτοτέλεια των αποφάσεων και η δημοκρατία στη λειτουργία τους. Κατάργηση του κατ΄ επίφαση "Παρατηρητήριου Οικονομικής Αυτοτέλειας".
5.      Την αντικατάσταση του δημαρχοκεντρικού μοντέλου από θεσμούς και διαδικασίες που θα διευρύνουν το ρόλο του δημοτικού συμβουλίου και της κοινωνίας, με εφαρμογή της απλής αναλογικής.
6.      Τον περιορισμό θητειών σε όλες τις αιρετές θέσεις και την αντιμετώπιση παλαιοκομματικών και προσωπικών λειτουργιών. Για μας η συγκρότηση της δημοτικής παράταξης βασίζεται σε ένα πολιτικό  όραμα για τον τόπο και όχι στη ψηφοθηρική συνάθροιση υποψηφίων, επιλογή που δεν μπόρεσε να υπηρετήσει η παρούσα δημοτική αρχή.
7.      Την οικονομική αυτοτέλεια των Δήμων. Διεκδικούμε τους κεντρικούς πόρους που ανήκουν στους Δήμους οι οποίοι έχουν περικοπεί αυθαίρετα κατά 60% , με την ανοχή της ηγεσίας της αυτοδιοίκησης.
8.      Την εφαρμογή πολιτικών μείωσης του κόστους των δημοτικών υπηρεσιών, χωρίς την υποβάθμιση της ποιότητας τους. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλίσουμε μειώσεις των δημοτικών φόρων και τελών για συμπολίτες μας που βρίσκονται σε κατάσταση ανεργίας, διαθεσιμότητας, εργασιακής επισφάλειας και γενικότερα μεγάλης οικονομικής δυσκολίας.
9.      Τη στενή συνεργασία με τους εργαζόμενους στο Δήμο, διαμορφώνοντας τους όρους κοινών αγώνων και κοινής αντιπαράθεσης στις μνημονιακές πολιτικές. Διαφανείς διαδικασίες πρόσληψης και σταθερές σχέσεις εργασίας για όλους τους εργαζόμενους στο Δήμο, που δεν θα χρησιμοποιούνται ως μέσο ψηφοθηρίας. Διεκδικούμε την κάλυψη των πραγματικών αναγκών του δήμου με σταθερές θέσεις εργασίας. Δεν θα επιτρέψουμε να χαθεί καμία θέση εργαζομένου στο Δήμο Θέρμης.
- για τις πολιτικές
10.  Τον κοινωνικό έλεγχο και την υπεράσπιση των κοινωνικών αγαθών (υγεία, παιδεία, νερό, ενέργεια, περιβάλλον) και του δημόσιου χαρακτήρα τους. Είμαστε κάθετα αντίθετοι σε κάθε απόπειρα ιδιωτικοποίησής τους.
11.  Την ισόρροπη ανάπτυξη των οικισμών, την αποκέντρωση της ανάπτυξης και την ανάδειξη της ιδιαίτερης ταυτότητας και των χαρακτηριστικών κάθε τόπου .

12.  Την υποστήριξη της τοπικής ανάπτυξης και των επαγγελματιών, την ενίσχυση της απασχόλησης και του τοπικού εισοδήματος και προϊόντος.

13.  Τη δημιουργία πλαισίου για την υποστήριξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας και των εναλλακτικών συνεταιριστικών σχημάτων.
14.  Την επένδυση στην παιδεία, την καινοτομία, τον πολιτισμό και τον αθλητισμό.
15.  Την ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής του Δήμου βάσει των πραγματικών αναγκών της κοινωνίας μας. Κανένας πολίτης μόνος του στην κρίση και καμιά οικογένεια χωρίς ρεύμα και νερό.
16.  Την άσκηση περιβαλλοντικής πολιτικής με ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων, με σχεδιασμό και εφαρμογή πλαισίου ελέγχου και πρόληψης της ρύπανσης. Είμαστε αντίθετοι σε όσα έργα και προσπάθειες επιβαρύνουν περιβαλλοντικά την περιοχή.
Δεσμευόμαστε να διαμορφώσουμε το πρόγραμμά μας και να το εφαρμόσουμε μετά τις εκλογές μέσα από μια ανοιχτή, δημοκρατική λειτουργία με τη συμμετοχή και τον έλεγχο των πολιτών. Η πορεία μέχρι τις εκλογές θέλουμε να επιβεβαιώσει την απόφασή μας να είμαστε παρόντες στη ζωή του τόπου μας, μέσα και έξω από το Δημοτικό Συμβούλιο, πριν και μετά τις εκλογές. 

Δευτέρα 14 Απριλίου 2014

Μια νέα δυναμική, αλλά για ποια Ευρώπη;




Του Ετιέν Μπαλιμπάρ


Πρώτα στηριγμένη στην αμερικανική ηγεμονία, στη συνέχεια ενσωματωμένη στον παγκοσμιοποιημένο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, η Ευρώπη πλέον απειλείται με διάσπαση. Η όξυνση των ανισοτήτων μεταξύ των χωρών και των περιφερειών που τη συνθέτουν, μεταξύ του Βορρά και του Νότου, στην πράξη αντικατέστησε την παλαιά διαίρεση μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Η Γερμανία βασιλεύει στην καρδιά αυτού του διεθνικού χώρου, όπου κάθε κράτος γίνεται ο δυνάμει θηρευτής των γειτόνων του. Τι να κάνουμε, λοιπόν ;
Η Ευρώπη πέθανε, ζήτω η Ευρώπη ; Από την αρχή αυτού του χρόνου, κατά τη διάρκεια του οποίου θα διεξαχθούν εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο –για πρώτη φορά με τη δυνατότητα εκλογής προέδρου της Κομισιόν– τα παράδοξα και οι ασάφειες του κοινοτικού οικοδομήματος διόλου δεν έλειψαν από την επικαιρότητα.
Από τη μία πλευρά, οι Κασσάνδρες προειδοποιούν ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να απειλείται από παράλυση και διάλυση, αφού καμία από τις συνταγές που εφαρμόστηκαν δεν επέλυσε την εγγενή αντίφαση ενός πολιτικού οικοδομήματος, του οποίου η συστατική αρχή προϋποθέτει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα συμφέροντα των μελών του. Οι συνταγές αυτές διαιώνισαν την ύφεση, όξυναν τις ανισότητες μεταξύ των εθνών, των γενεών και των κοινωνικών τάξεων, επέφεραν εμπλοκή στα πολιτικά συστήματα και προκάλεσαν στους πληθυσμούς ριζική δυσπιστία απέναντι στο ίδιο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τους θεσμούς του.
Από την άλλη, οι οπαδοί της αυθυποβολής πιάνονται από κάθε « μη αρνητική » ένδειξη, προκειμένου να αναγγείλουν πως, για ακόμη μία φορά, το ευρωπαϊκό σχέδιο επωφελείται από τις κρίσεις για να αναζωογονηθεί, καθώς εντέλει το γενικό συμφέρον επικρατεί έναντι των όποιων αποκλίσεων. Εκείνο που αναμφίβολα αποτελεί το αδύναμο σημείο τέτοιων διακηρύξεων είναι το γεγονός ότι, αν κοιτάξουμε από πιο κοντά όλες τις ενδείξεις που επικαλούνται (όπως την τραπεζική ένωση), αφορούν ημίμετρα, φορτωμένα με τόσους περιορισμούς όσους και νεωτερισμούς.
Εκείνο που, ωστόσο, μας εμποδίζει να τις αντιμετωπίσουμε ως αστειότητες, είναι η επιχειρηματολογία έκτακτης ανάγκης που βρίσκεται κρυμμένη πίσω τους : οι οικονομίες των ευρωπαϊκών εθνών είναι υπερβολικά αλληλοεξαρτημένες και οι κοινωνίες τους υπερβολικά υποταγμένες στους κοινοτικούς μηχανισμούς, για να μην φοβούνται την καταστροφή που θα αντιπροσώπευε για όλους η αποσυναρμολόγηση της Ένωσης. Με τη σειρά της, όμως, η επιχειρηματολογία αυτή βασίζεται στην προϋπόθεση πως στην Ιστορία και στην πολιτική η συνέχεια υπερισχύει πάντοτε, κάτι που επίσης θα σήμαινε πως η κρίση έχει απλώς συγκυριακό χαρακτήρα.
Η αποφασιστική παρτίδα παίζεται στη Γερμανία
Oι εκτιμήσεις αυτές ακυρώνονται στο σύνολό τους και δεν μπορούν να δώσουν αφορμή για κάτι παραπάνω από ρητορικούς διαξιφισμούς. Τους λείπει η μεγαλύτερη ιστορική βαθύτητα, ώστε να κατανοήσουμε ποια καμπή, σε μια διαδικασία που διαρκεί παραπάνω από μισόν αιώνα, σηματοδοτεί την τρέχουσα « μεγάλη κρίση ». Τους λείπουν οι μεγαλύτερες απαιτήσεις κατά την ανάλυση των αντιφάσεων που η κρίση αυτή αποκαλύπτει στην καρδιά του θεσμικού οικοδομήματος, ιδίως όσον αφορά την ενσωμάτωση των διαφορετικών πολιτικών στρατηγικών και οικονομικών μεθόδων. Τέλος, τους λείπει η μεγαλύτερη ριζοσπαστικότητα κατά την αποτίμηση των ήδη υλοποιημένων μετασχηματισμών, στο επίπεδο όχι μόνο του καταμερισμού των εξουσιών, αλλά και του καθορισμού των πρωταγωνιστών και του πεδίου αντιπαράθεσης μεταξύ εναλλακτικών σχεδίων. Δεν με αφήνει ικανοποιημένο ένα τέτοιο σκαρίφημα για τη διαπραγμάτευση του ζητήματος, θα σκιαγραφήσω όμως όσα μου φαίνεται ότι συνιστούν τις τρεις κυριότερες διαστάσεις για την ανάλυση της κρίσης και της επίλυσής της, με τη μία ή την άλλη έννοια.
Η πρώτη διάσταση αφορά την Ιστορία, χωρίς την οποία δεν θα αντιλαμβανόμασταν ούτε σε ποιες πραγματικές τάσεις –που δεν μπορούν να απλοποιηθούν σε ένα « πρόταγμα » ή σε ένα « σχέδιο »– ανταποκρίνεται ο μετασχηματισμός της Ευρώπης σε ένα μετα-εθνικό σύστημα, ούτε γιατί η κατάληξη, ακόμη και η ίδια η μορφή του, παραμένουν έως και αυτή τη στιγμή αβέβαιες. Ας επιμείνουμε εδώ σε δύο δεδομένα, το ένα γνωστό στους ιστορικούς, το άλλο υποτιμημένο στις αντιπαραθέσεις μεταξύ υποστηρικτών και αντιπάλων της ομοσπονδοποίησης, ιδίως όταν περιορίζονται στο σχέδιο της νομικής αρχιτεκτονικής.
Η ιστορία της ευρωπαϊκής οικοδόμησης είναι αρκούντως μακρά ώστε να έχει διατρέξει πολλές διαφορετικές φάσεις, στενά συνδεδεμένες με τους μετασχηματισμούς του « παγκόσμιου συστήματος » [1]. Είναι εύκολο να τις εντοπίσουμε από την αντιστοιχία μεταξύ των διαδοχικών επεκτάσεων του ευρωπαϊκού συστήματος και την αυξανόμενη πολυπλοκότητα των θεσμών που διασφαλίζουν την ολοκλήρωση, ενώ ταυτόχρονα διευθετούν τις ασταθείς ισορροπίες μεταξύ εθνικής κυριαρχίας και κοινοτικής διακυβέρνησης. Θα διακρίναμε, λοιπόν, τρεις φάσεις : η μία, εκείνη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, την επομένη των γεγονότων του 1968 και της πετρελαϊκής κρίσης (χωρίς να ξεχνάμε το θανατηφόρο πλήγμα του Ρίτσαρντ Νίξον στο καθεστώς του Μπρέτον Γουντς [2])· η άλλη, από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 έως την πτώση του σοβιετικού συστήματος και την επανένωση της Γερμανίας, το 1990 και η τρίτη, τέλος, από τη διεύρυνση προς τα ανατολικά έως τη στιγμή του ξεσπάσματος της κρίσης, με το σκάσιμο της αμερικανικής κερδοσκοπικής φούσκας και, όσον αφορά την Ευρώπη, τη χρεωκοπία της Ελλάδας, η οποία περιορίστηκε την τελευταία ώρα, το 2010, κάτω από τις συνθήκες που γνωρίζουμε.
Σηματοδοτεί, άραγε, αυτή η χρονική στιγμή την είσοδο σε μια νέα φάση ; Νομίζω πως ναι, ακόμη κι αν οι εντάσεις που παρατηρούμε δεν προέρχονται παρά από την εξαναγκαστική είσοδο στην παγκοσμιοποίηση, η οποία κυριαρχεί στην κοινοτική πολιτική εδώ και είκοσι χρόνια –ή ακριβώς για αυτό τον λόγο, καθώς οι εντάσεις αυτές, τόσο εθνικές όσο και κοινωνικές, έχουν όντως φτάσει σε σημείο ρήξης. Έχει ξεκινήσει μια περίοδος αβεβαιότητας και διακυμάνσεων –και μαζί της το ενδεχόμενο μιας αλλαγής κατεύθυνσης υπό όρους ακόμη απρόβλεπτους.
Εξ ου και η σημασία του δεύτερου δεδομένου. Είναι λάθος να θεωρούμε ότι η εξέλιξη του ευρωπαϊκού οικοδομήματος ακολουθεί γραμμική πορεία, με μόνες μεταβλητές την πρόοδο ή την υστέρηση του « σχεδίου ». Απεναντίας, κάθε φάση περιλαμβάνει προστριβές ανάμεσα σε διαφορετικές μεταξύ τους πορείες.
Η αρχική φάση, μετά το 1945, εντάσσεται στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και της ανασυγκρότησης του βιομηχανικού ιστού και της θέσπισης συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας στη Δυτική Ευρώπη. Εμπεριέχει μια σφοδρή ένταση ανάμεσα στην ένταξη στην αμερικανική σφαίρα επιρροής και στην αναζήτηση γεωπολιτικής και γεωοικονομικής αναγέννησης της Ευρώπης (που είναι συνδεδεμένη, εκ των πραγμάτων, με την τελειοποίηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου) –αυτή η δεύτερη τάση είναι που υπερισχύει στην πράξη, εντός καπιταλιστικού πλαισίου, βεβαίως.
Το ίδιο ισχύει, με αντίστροφα αποτελέσματα, στην τρέχουσα φάση, όχι προς όφελος της αμερικανικής ηγεμονίας, αλλά της ενσωμάτωσης στον παγκοσμιοποιημένο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό. Στη Γερμανία είναι που παίχτηκε η αποφασιστική παρτίδα, σηματοδοτημένη από την προσχώρηση του καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ (1998-2005) στην αντίληψη της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας μέσω των χαμηλών μισθών.
Το αποφασιστικό ζήτημα, όμως, είναι να κατανοήσουμε πώς καθορίζονται οι επιλογές και πώς μεταβλήθηκε ο συσχετισμός δυνάμεων στην ενδιάμεση φάση, εκείνη της γαλλογερμανικής συγκυριαρχίας και της « Μεγάλης Κομισιόν » υπό την προεδρία του Ζακ Ντελόρ (1985-1995). Πράγματι, κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου είναι που διαμορφώθηκε το σχέδιο μιας διπλής υπερεθνικής εξέλιξης, με τη δημιουργία του ενιαίου νομίσματος και την ανάπτυξη της « κοινωνικής Ευρώπης », που υποτίθεται ότι θα συγκροτούσαν τους δύο πυλώνες της « μεγάλης αγοράς ». Γνωρίζουμε ότι στην πράξη το πρώτο κατέστη ο κεντρικός θεσμός της Ένωσης (έστω και αν δεν συμμετέχουν όλα τα κράτη-μέλη σε αυτό), ενώ η άλλη περιορίστηκε στις τυπικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Απαιτείται ένα λεπτομερές ιστορικό αυτής της μεταστροφής, το οποίο θα αναδεικνύει όχι μόνο τις ατομικές ευθύνες, αλλά και τα αντικειμενικά πολιτικά αίτια –ανάμεσα στα οποία, δίπλα στις πιέσεις του νεοφιλελευθερισμού, δεν πρέπει να ξεχνάμε την ανικανότητα του ευρωπαϊκού συνδικαλιστικού κινήματος να ασκήσει επιρροή στις κοινοτικές αποφάσεις, εδραιωμένη τόσο στον τοπικισμό των συνιστωσών του όσο και στον άνισο συσχετισμό των δυνάμεων, τη στιγμή που πολλαπλασιάζονταν οι μετεγκαταστάσεις παραγωγικών μονάδων. Ιδού ένα σημαντικό δίδαγμα για το μέλλον.
Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα πάντοτε παρουσιάζει εναλλακτικές λύσεις. Όμως η δυνατότητα εκμετάλλευσής τους εξαρτάται από δυνάμεις και σχέδια που δεν είναι πάντοτε συνεπή στο ραντεβού.
Η δεύτερη διάσταση είναι η οικονομία, υπό την προϋπόθεση ότι την εννοούμε στο σύνολο των ορισμών της. Κάτι που καταρχάς σημαίνει πως δεν υπάρχει οικονομία χωρίς κάποια κοινωνική διάσταση και τις μεροληψίες που συνεπάγεται : υπέρ ή κατά μιας συγκεκριμένης διάρθρωσης των ανισοτήτων και των επενδύσεων, υπέρ αυτού ή του άλλου τρόπου δόμησης της κατανάλωσης και των κοινωνικών σχέσεων μέσα στην επιχείρηση, υπέρ ή κατά της προστασίας των εργαζομένων και των επαγγελματικών προσόντων τους έναντι των κινδύνων της ελαστικότητας. Και, συνεπώς, δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ οικονομίας και πολιτικής : όχι μόνο επειδή καμία πολιτική δεν μπορεί να προσδιοριστεί ανεξάρτητα από τους εκάστοτε οικονομικούς περιορισμούς, κάτι που όλος ο κόσμος είναι πρόθυμος να παραδεχθεί, αλλά κυρίως επειδή δεν υπάρχει οικονομία που να μην αποτελεί ταυτόχρονα ένα σύνολο (συλλογικών) επιλογών και το αποτέλεσμα ενός συσχετισμού δυνάμεων.
Συμπίεση εισοδημάτων, εργασιακή επισφάλεια
Προφανώς, η νεοφιλελεύθερη ρητορεία δεν παύει να αρνείται αυτήν την αλληλεξάρτηση, εν ονόματι της αντίληψης ότι « δεν υπάρχει εναλλακτική λύση » στις απαιτήσεις της χρηματοπιστωτικής κερδοφορίας. Όμως, αυτή η ρητορεία αποτελεί ακριβώς το εργαλείο του συσχετισμού των δυνάμεων. Μερικές δεκαετίες μετά την εφαρμογή του μοντέλου, εξαιτίας της πίεσης των αγορών, του προσηλυτισμού των κυβερνήσεων στην « πολιτική της προσφοράς » και της συντονισμένης δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μπορούμε να παρατηρήσουμε τις επιπτώσεις του. Οδηγεί την ευρωπαϊκή κοινωνία στα πρόθυρα της ρήξης και τους πληθυσμούς της στην απελπισία, δίχως να προσφέρει, παρ’ όλα αυτά, στην οικονομία της, εξεταζόμενη ως σύνολο, κανένα πραγματικό πλεονέκτημα στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού.
Ας προσπαθήσουμε να γίνουμε πιο σαφείς. Μία από τις πηγές κεφαλαιακής κερδοφορίας στην Ευρώπη βασίζεται σήμερα σε μια ιδιαίτερη μορφή εκείνου που ορισμένοι μαρξιστές έχουν αποκαλέσει « συσσώρευση μέσω της αποστέρησης » [3], με τη διαφορά ότι οι πόροι στους οποίους στοχεύει δεν αφορούν πλέον παραδοσιακά « κοινά αγαθά » ή ατομικές ιδιοκτησίες, αλλά συνίστανται σε ένα σύνολο δικαιωμάτων και δυνατοτήτων πρόσβασης σε δημόσιες υπηρεσίες που διαμορφώνονται ως « κοινωνική ιδιοκτησία » [4].
Από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι ταξικοί αγώνες και η κοινωνική πολιτική εξασφάλισαν στις εργαζόμενες τάξεις ένα βιοτικό επίπεδο υψηλότερο από το ελάχιστο που προσδιοριζόταν από τον « ελεύθερο και ανόθευτο ανταγωνισμό » –και το οποίο επίσης προϋπέθετε έναν βαθμό περιορισμού των κοινωνικών ανισοτήτων. Σήμερα, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και του ελέγχου του δημόσιου χρέους, παρακολουθούμε μια διπλή κίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση. Τα πραγματικά εισοδήματα από την εργασία πρέπει να συμπιεστούν και η ίδια η εργασία να μετατραπεί σε προσωρινή, προκειμένου να γίνει πιο « ανταγωνιστική », ενώ ταυτόχρονα συνεχίζεται η επέκταση της μαζικής κατανάλωσης, βασιζόμενη στην αγοραστική δύναμη των μισθωτών ή, ελλείψει αυτής, στη δυνατότητα δανεισμού τους. Αναμφίβολα, μπορούμε να φανταστούμε ότι κάποιες στρατηγικές, τόσο εκείνη του διαχωρισμού σε « ζώνες » όσο και εκείνη της κοινωνικής ή γενεακής διαφοροποίησης, επιτρέπουν να μετατεθεί στο μέλλον η έκρηξη της αντίφασης μεταξύ αυτών των στόχων. Ωστόσο, αυτή η αντίφαση εντέλει δεν μπορεί παρά να οξύνεται όλο και περισσότερο, για να μην μιλήσουμε για τους συστημικούς κινδύνους που εμπεριέχει η οικονομία του χρέους.
Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, προσανατολισμένη με αυτόν τον τρόπο προς την κατεύθυνση ενός οιονεί συνταγματικού νεοφιλελευθερισμού, έχει και μια άλλη επίπτωση, η οποία υποσκάπτει τους ίδιους τους πολιτικούς και ηθικούς όρους ύπαρξής της. Υπήρξε μια στιγμή όπου η δυνατότητα υπέρβασης των ιστορικών ανταγωνισμών στους κόλπους ενός μεταεθνικού οικοδομήματος με διαμοιρασμένη κυριαρχία προϋπέθετε, τουλάχιστον ως τάση, μια σύγκλιση μεταξύ των κρατών, από την τριπλή σκοπιά της συμπληρωματικότητας των δυνατοτήτων τους, της εξισορρόπησης των πόρων τους και της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαιωμάτων τους : τότε, ακριβώς, ο θρίαμβος της αρχής του ανταγωνισμού προκάλεσε μια διαρκή επιδείνωση των ανισοτήτων. Αντί για μια από κοινού ανάπτυξη των περιφερειών της Ευρώπης, γινόμαστε μάρτυρες μιας πόλωσης, την οποία η κρίση επέτεινε δραματικά. Η κατανομή του βιομηχανικού δυναμικού, της απασχόλησης και των ευκαιριών για επιτυχία, των δικτύων εκπαίδευσης, γίνεται ολοένα και πιο άνιση. Σε τέτοιο βαθμό που θα μπορούσαμε να πούμε, παρατηρώντας τη διαδρομή της ηπείρου στο σύνολό της από το 1945, ότι η μεγάλη διαίρεση μεταξύ Νότου και Βορρά αντικατέστησε τη μεγάλη διαίρεση μεταξύ Ανατολής και Δύσης, έστω και αν ο διαχωρισμός δεν υλοποιείται με την ύπαρξη ενός τείχους, αλλά μάλλον με τη μονομερή αφαίμαξη πόρων.
Ποια θέση έχει η Γερμανία σε αυτό το σύστημα που βασίζεται στην ανισομερή ανάπτυξη ; Ήταν προβλέψιμο το γεγονός ότι η επανένωση της χώρας μετά από μισό αιώνα διχοτόμησης θα επέφερε αναζωπύρωση του εθνικισμού, όπως προβλέψιμο ήταν και ότι η ανασύσταση μιας Μεσευρώπης, μέσα στην οποία οι γερμανικές επιχειρήσεις και οι υπεργολάβοι τους μπόρεσαν να επωφεληθούν στο μέγιστο βαθμό από το εργατικό δυναμικό « με χαμηλό ημερομίσθιο και υψηλή τεχνολογική ικανότητα [5] », δημιουργεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, δεν ήταν αναπόφευκτο να μετασχηματιστούν αυτοί οι δύο παράγοντες σε πολιτική ηγεμονία (έστω και « με μισή καρδιά », σύμφωνα με την κοινοτοπία του συρμού [6]).
Αυτό συναρτάται με την καίρια θέση που η Γερμανία κατάφερε να καταλάβει ανάμεσα στην προς ίδιο όφελος χρήση των πόρων της ευρωπαϊκής οικονομίας, ή και των αδυναμιών της (όπως συμβαίνει με τη δυνατότητα δανεισμού με αρνητικό επιτόκιο από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, το οποίο αντισταθμίζεται με τα υψηλά επιτόκια άλλων ευρωπαϊκών χωρών), και στην ειδίκευση της βιομηχανίας της σε εξαγωγές εκτός Ευρώπης. Με αυτό τον τρόπο, βρίσκεται –προς στιγμήν– στο σημείο όπου συσσωρεύονται τα εθνικά πλεονεκτήματα της ανισομερούς ανάπτυξης, ιδίως καθώς είναι –συγκριτικά– λιγότερο μπλεγμένη σε σχέση με άλλους (ιδίως τη Γαλλία) στη χρηματιστικοποίηση νεοφιλελεύθερου τύπου [7].
Οι συνέπειες, όμως, της ηγεμονίας έχουν άλλα αίτια : από την ανυπαρξία μηχανισμών συλλογικής διαβούλευσης και επεξεργασίας « κοινοτικών » οικονομικών πολιτικών έως την ανοησία της αμυντικής στάσης που κρατούν οι υπόλοιπες κυβερνήσεις (ιδίως οι γαλλικές, που δεν εξετάζουν ούτε για μια στιγμή το ενδεχόμενο να στρατευθούν υπέρ εναλλακτικών μορφών ανάπτυξης των υπερεθνικών θεσμών). Επιπλέον, τούτες οι συνέπειες της ηγεμονίας έρχονται να προστεθούν στο σχίσμα μεταξύ της « Ευρώπης των πλουσίων » και της « Ευρώπης των φτωχών » : γίνονται πλέον μέρος των δομικών εμποδίων που μπαίνουν στον δρόμο της ευρωπαϊκής οικοδόμησης. Και δεν είναι η έγνοια για την « επανεκκίνηση της Ευρώπης », η οποία κατά περιόδους αποδίδεται στην καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, που θα αλλάξει τα πράγματα. Το « γερμανικό ζήτημα » θα υφίσταται για πολύ καιρό ακόμα στην Ευρώπη.
Εθνική κυριαρχία ή ομοσπονδιοποίηση : μια εσφαλμένη αντιπαράθεση
Υπάρχει, ωστόσο, κάτι παράδοξο στη σημερινή κατάσταση από τη σκοπιά της ιδεολογίας και των σκοπών του νεοφιλελευθερισμού. Τη στιγμή που διαγράφεται κάποια μεταστροφή της συγκυρίας και που οι οικονομολόγοι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ενώνουν τη φωνή τους με τους επικριτές της λιτότητας –η οποία τρέφει την ύφεση και επιδεινώνει την αφερεγγυότητα των υπερχρεωμένων κρατών– η Ευρώπη ως οικονομική ενότητα μοιάζει να βρίσκεται σε μία από τις χειρότερες θέσεις στον κόσμο όσον αφορά την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας. Για αυτό το παράδοξο σίγουρα δεν υπάρχει απλή εξήγηση, μπορούμε όμως να διατυπώσουμε ορισμένα ιδεολογικά αίτια.
Κάποια παραπέμπουν στην προβολή πάνω στο ενιαίο νόμισμα του ορντολιμπεραλιστικού [8] μοντέλου της απόλυτης ανεξαρτησίας της ΕΚΤ σε σχέση με τους στόχους « πραγματικής » οικονομικής πολιτικής. Κάποια άλλα παραπέμπουν σε ένα είδος ένοχης συνείδησης των αρχουσών τάξεων της Ευρώπης, οι οποίες, αφού πρώτα χρειάστηκε να υποκύψουν περισσότερο από άλλες σε δημόσιες πολιτικές κεϊνσιανικού τύπου, αντιλαμβάνονται κάθε ανάκαμψη της οικονομίας που συμβαίνει μέσω της ενίσχυσης της ζήτησης και της ανόδου του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών τάξεων ως θανάσιμο κίνδυνο μετάπτωσης στη λογική του « κοινωνικού » καπιταλισμού.
Τελικά, πιστεύω ότι δεν πρέπει να αποκλείουμε μια εκτίμηση άλλου είδους, πιο δυσοίωνη, που σκιαγραφείται από το πείσμα με το οποίο επιδιώχθηκε η κατεδάφιση και η αποικιοποίηση της ελληνικής οικονομίας με πρόσχημα τις « διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ». Πρόκειται για την αντίληψη ότι, όσο αρνητικές κι αν είναι οι συνέπειες της λιτότητας και του μονεταρισμού όσον αφορά τη γενική ευημερία, τουλάχιστον προετοιμάζουν τις συνθήκες για αυξημένη κερδοφορία ορισμένων επενδύσεων (ή ορισμένων κεφαλαίων) : εκείνων που, είτε « ευρωπαϊκά » είτε όχι, είναι ήδη σε μεγάλο βαθμό αποσυνδεδεμένα από συγκεκριμένες επικράτειες και μπορούν ανά πάσα στιγμή να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους από το ένα μέρος στο άλλο. Προφανώς, η εκτίμηση αυτή δεν είναι πολιτικά βιώσιμη, παρά μόνο καθ’ όσο η « δημιουργική καταστροφή » δεν προσβάλλει σε βάθος τον κοινωνικό ιστό και τη συνοχή των κυρίαρχων χωρών, κάτι που κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί.
Εφαρμοζόμενο στην Ευρώπη, το νεοφιλελεύθερο σχέδιο δεν καταλήγει στον μετασχηματισμό του αντικειμένου του : οδηγεί στον αφανισμό του.
Όσα προηγήθηκαν ήδη εξηγούν πώς συνδυάζονται οι διαστάσεις της κρίσης ώστε να οδηγήσουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σε ένα σημείο καμπής που εμπεριέχει τις δυνατότητες για μια καινούργια φάση, σύμφωνα όμως με ριζικά ασύμβατους μεταξύ τους προσανατολισμούς. Ωστόσο, ούτε η αποκρυστάλλωση της σύγκρουσης ούτε και η εξέλιξή της μπορούν να γίνουν έξω από έναν πολιτικό χώρο αντιπαράθεσης και αντιπροσώπευσης. Είναι ξεκάθαρο ότι και οι δύο εξαρτώνται από τον τρόπο που θα επιλυθεί ένα διπλό πρόβλημα νομιμοποίησης και δημοκρατίας. Πρόκειται για την τρίτη διάσταση, πάνω στην οποία θα ήθελα να επιμείνω. Πώς να την προσεγγίσουμε με ρεαλιστικό τρόπο ;
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να ξεφύγουμε από την αντιπαράθεση ανάμεσα στον « εθνικά κυρίαρχο » και τον « ομοσπονδιακό » λόγο, η οποία βασίζεται σε μια αντίθεση μεταξύ δύο εξίσου φαντασιακών καταστάσεων : από τη μία, της αντίληψης περί εθνικών κοινοτήτων κατά κάποιον τρόπο φυσικών, στις οποίες είναι πάντα δυνατό να επιστρέφουμε, ώστε να θεμελιώνουμε τη νομιμότητα των θεσμών πάνω στην έκφραση της συλλογικής βούλησης· από την άλλη, της αντίληψης ενός οιονεί ευρωπαϊκού δήμου [9], ο οποίος καλείται να συγκροτηθεί και να εκφραστεί επειδή υπάρχει μια δομή εκπροσώπησης σε υπερεθνικό επίπεδο.
Η πρώτη αντίληψη όχι μόνο αγνοεί τις συνθήκες μέσα στις οποίες η εθνική κυριαρχία μεταγράφει την ικανότητα άσκησης επιρροής, για την πλειοψηφία του λαού, στις επιλογές των κυβερνώντων, αλλά επίσης συντηρεί και τη φαντασίωση μιας αμετάβλητης νομιμοποίησης του έθνους-κράτους ως του μόνου πλαισίου μέσα στο οποίο οι πολίτες είναι σε θέση να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Και αντίστροφα, η δεύτερη αντίληψη παραμένει προσκολλημένη σε μια διαδικαστική σύλληψη της νομιμοποίησης. Δεν αναρωτιέται κατά κανέναν τρόπο ποιες πολιτικές διαδικασίες επένδυσαν ουσιαστικά τη δημοκρατική αντιπροσώπευση με μια συντακτική λειτουργία μέσα στην ιστορία των εθνών-κρατών.
Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη το γεγονός ότι το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα, όσο ασυνάρτητο κι αν μοιάζει, είναι ήδη ένα μεικτό σύστημα, στο οποίο υπάρχουν πολλά επίπεδα ευθύνης και εξουσίας : είναι πολύ πιο ομοσπονδιακό απ’ όσο αντιλαμβάνεται η πλειοψηφία των πολιτών, αλλά λιγότερο δημοκρατικό απ’ όσο διατείνεται, εφόσον η κατανομή των εξουσιών μεταξύ των κοινοτικών και των εθνικών αρχών επιτρέπει στην καθεμία από αυτές να οργανώνει την αποφυγή καταλογισμού ευθυνών και εμποδίζει τον σχηματισμό αντίρροπων εξουσιών.
Το σύστημα αυτό ποτέ δεν ήταν σταθερό, όμως η τρέχουσα κρίση το αποσταθεροποίησε ακόμη περισσότερο, κάνοντας να αναφανεί εντός του μια οιονεί ηγεμονική αρχή : η « ανεξάρτητη » Κεντρική Τράπεζα, με στόχο της τη συνάρθρωση των δημόσιων οικονομικών των κρατών-μελών με τη διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά. Η αύξηση της ισχύος της δεν αντανακλά ούτε την απλή επέκταση της τεχνοκρατίας ούτε μόνο την επιβολή του ιδιωτικού καπιταλισμού. Πρόκειται μάλλον για μια απόπειρα « επανάστασης εκ των άνω », σε μια εποχή όπου η πολιτική εξουσία δεν διαχωρίζεται πλέον από την οικονομική, και ιδίως τη χρηματοπιστωτική, εξουσία [10]. Το ουσιαστικό ζήτημα είναι να μάθουμε αν μπορεί να καταλήξει σε ένα νέο καθεστώς κυριαρχίας και ποιες εναλλακτικές λύσεις μπορούμε να προτείνουμε.
Εξ ου και η δεύτερη παρανόηση που είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε και η οποία αφορά τις σχέσεις μεταξύ νομιμοποίησης και δημοκρατίας. Αν επιθυμούμε έναν ρεαλιστικό, όχι ιδεολογικό, ορισμό της νομιμοποίησης των πολιτικών συστημάτων, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως η μόνη αποτελεσματική νομιμοποίηση είναι εκείνη που παρέχουν οι δημοκρατικές διαδικασίες : ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία καταδεικνύει το αντίθετο. Γνωρίζουμε ότι, κατά τις επονομαζόμενες καταστάσεις εξαίρεσης, αυταρχικές δομές διάφορων ειδών υιοθετούν την τάση να διεκδικούν και να αποκτούν την εκπροσώπηση της εξουσίας των πληθυσμών, με ή χωρίς συνταγματική διαδικασία. Εκείνο που, ωστόσο, εντυπωσιάζει στην παρούσα συγκυρία είναι, πως η επείγουσα ανάγκη να προφυλαχθεί το ενιαίο νόμισμα απέναντι στις κερδοσκοπικές επιθέσεις και, αντίστοιχα, να ρυθμιστεί κάπως ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο, δεν πρόσφερε καθόλου επιπλέον νομιμοποίηση στην Κομισιόν των Βρυξελλών. Κατά συνέπεια, απέναντι στις « κατ’ εξαίρεση » πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και του προέδρου της, οι κυβερνήσεις ή οι αρχηγοί των κρατών μπόρεσαν να παρουσιαστούν ως οι μόνοι που ενσαρκώνουν τη λαϊκή κυριαρχία και τα δικαιώματα των λαών, τα οποία διαχειρίζονται κατά βούληση. Η δημοκρατία ψαλιδίστηκε ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του έκανε ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση του « αποδημοκρατισμού ».
Η εμπειρία αυτή επιβάλλει μια επανεξέταση των μηχανισμών και των ιστορικών αιτίων που είχαν αποτελέσει τη βάση του προνομίου των εθνών-κρατών όσον αφορά τη νομιμοποίηση της εξουσίας. Για να το πούμε με λίγα λόγια, ένα μέρος αυτών των αιτίων παραπέμπει στη συναισθηματική ισχύ της ίδιας της εθνικής ή εθνικιστικής ιδεολογίας, ιδίως –αλλά όχι μόνο– στις κοινωνίες οι οποίες σφυρηλάτησαν τη συλλογική συνείδησή τους μέσα από την αντίσταση σε διαδοχικούς ιμπεριαλισμούς που προσπαθούσαν να αφανίσουν την ταυτότητά τους και να σβήσουν την Ιστορία τους.
Όμως, μέσω αυτής της εκ του μακρόθεν εξέτασης, ένας άλλος παράγοντας αποκτά στρατηγική σημασία, στο μέτρο που καταδεικνύει ταυτόχρονα γιατί το μόρφωμα « έθνος » δεν διαθέτει τη δυνατότητα απόλυτης νομιμοποίησης και γιατί η δημοκρατική νομιμοποίηση του έθνους-κράτους παραμένει εξαρτημένη από κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες και όχι απλά από μορφές της αντιπροσωπευτικής διαδικασίας ή από την ιδέα της « λαϊκής κυριαρχίας ». Ο παράγοντας αυτός είναι –ιδιαίτερα στις χώρες της ευρωπαϊκής Δύσης– το γεγονός ότι ο μετασχηματισμός του κράτους-χωροφύλακα σε κοινωνικό κράτος έλαβε τη μορφή της συγκρότησης ενός εθνικού κοινωνικού κράτους, όπου η κατάκτηση κοινωνικών δικαιωμάτων συνδυαζόταν στενά με την κατά περιόδους ανασυγκρότηση του εθνικού ανήκειν (όπως συνέβη ιδιαίτερα μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και, στη Γαλλία, μετά τους αποικιακούς πολέμους [11]). Αυτό εξηγεί ταυτόχρονα γιατί η μεγάλη μάζα των πολιτών είδε στο έθνος το μόνο πλαίσιο αναγνώρισης και ενσωμάτωσης στην κοινότητα και γιατί αυτή η διάσταση της εθνικότητας που έχει να κάνει με τον πολίτη διαβρώνεται (ή εκφυλίζεται σε « λαϊκισμό », εδραιωμένο στον αποκλεισμό των ξένων) όταν το κράτος στην πράξη αρχίζει να λειτουργεί όχι ως το κέλυφος της κοινωνικής ιθαγένειας, αλλά ως ο ανίσχυρος θεατής του εξευτελισμού του ή το γεμάτο ζήλο όργανο της κατεδάφισής του.
Η κρίση της δημοκρατικής νομιμοποίησης στην Ευρώπη σήμερα εντοπίζεται, λοιπόν, συγχρόνως στο δεδομένο ότι τα έθνη-κράτη δεν διαθέτουν πλέον ούτε τα μέσα ούτε τη βούληση να υπερασπίσουν ή να ανανεώσουν το « κοινωνικό συμβόλαιο » και στο δεδομένο ότι οι αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν καμία διάθεση να διερευνήσουν τη μορφή και το περιεχόμενο μιας κοινωνικής ιθαγένειας ανώτερου επιπέδου –εκτός και αν κάποια στιγμή αναγκαστούν να το κάνουν εξαιτίας μιας εξέγερσης του πληθυσμού ή της συνειδητοποίησης των πολιτικών και πνευματικών κινδύνων που διατρέχει η Ευρώπη από τον συνδυασμό μιας « εκ των άνω » ασκούμενης δικτατορίας εκ μέρους των χρηματοπιστωτικών αγορών και μιας αντιπολιτικής δυσαρέσκειας « εκ των κάτω », εξαιτίας της αυξανόμενης επισφάλειας των συνθηκών ζωής, της περιφρόνησης της εργασίας και της λεηλασίας των προοπτικών του μέλλοντος.
Η περιγραφή, όμως, του αδιεξόδου αυτού περιλαμβάνει και μερικά μαθήματα, έστω και διόλου συγκροτημένα, σχετικά με τους τρόπους εξόδου από αυτό. Όποια κι αν είναι η χρονική διάρκεια και η πίκρα των χαμένων ευκαιριών, μπορούμε να ελπίζουμε ότι η απαισιοδοξία της εμπειρίας δεν θα ακυρώσει πλήρως τις διεξόδους της επινοητικότητας –που προκύπτουν επίσης και από μια καλύτερη κατανόηση των γεγονότων. Η εισαγωγή δημοκρατικών στοιχείων στους κοινοτικούς θεσμούς θ’ αποτελούσε ήδη ένα αντίβαρο στην εν εξελίξει « συντηρητική επανάσταση » [12]. Όμως, μια τέτοια κίνηση δεν θέτει ταυτόχρονα και νέους πολιτικούς όρους. Αυτοί θα προέλθουν μόνο από μια ταυτόχρονη, πανευρωπαϊκή ώθηση της κοινής γνώμης υπέρ μιας αναστροφής των προτεραιοτήτων της Ευρώπης, που θα δίνουν το προβάδισμα στην απασχόληση, στην ενσωμάτωση των νέων γενεών στην κοινωνία, στη μείωση των ανισοτήτων και στη δίκαιη επιβολή φορολογικών επιβαρύνσεων στη χρηματοπιστωτική κερδοφορία. Και αυτή η ώθηση δεν θα υπάρξει παρά μόνο αν τα κοινωνικά κινήματα ή η ηθική « αγανάκτηση », διασχίζοντας τα σύνορα, ισχυροποιηθούν αρκετά ώστε να ανασυγκροτήσουν, στο σύνολο της ευρωπαϊκής κοινωνίας, μια διαλεκτική μεταξύ της εξουσίας και της αντίστασης σε αυτήν. Η « άλλη δημοκρατία » πρέπει να βοηθήσει τη διάσωση της δημοκρατίας [13].
Έθνη σε αναζήτηση της χαμένης ταυτότητάς τους
Η νομιμοποίηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος δεν μπορεί να θεσπιστεί με διάταγμα ή ακόμη και να επινοηθεί μέσω νομικής επιχειρηματολογίας. Δεν μπορεί παρά να προκύψει ως τάση μέσα από όσα καθιστούν την Ευρώπη το διακύβευμα και το πλαίσιο των κοινωνικών, ιδεολογικών, παθιασμένων, εν ολίγοις πολιτικών, συγκρούσεων που αφορούν το ίδιο της το μέλλον. Κατά παράδοξο τρόπο, μόνο όταν η Ευρώπη θα διεκδικηθεί –ακόμη και βίαια– όχι πλέον στο όνομα του παρελθόντος που υποβάθμισε, αλλά στο όνομα του παρόντος που διχοτομεί και του μέλλοντος που μπορεί να διανοίξει ή να αποκλείσει, θα καταφέρει να γίνει μια ανθεκτική πολιτική κατασκευή. Μια Ευρώπη ικανή να διακυβερνηθεί είναι αναμφίβολα μια δημοκρατική Ευρώπη και όχι μια ολιγαρχική ή τεχνοκρατική Ευρώπη. Όμως, μια δημοκρατική Ευρώπη δεν αποτελεί την έκφραση ενός αφηρημένου δήμου[([Σ.τ.Ε.) Ελληνικά στο πρωτότυπο.]] : είναι μια Ευρώπη μέσα στην οποία οι λαϊκοί αγώνες πληθαίνουν και εμποδίζουν την υφαρπαγή της ικανότητας λήψης αποφάσεων.
Η αντίσταση στον αποδημοκρατισμό δεν αρκεί για την αποκρυστάλλωση ενός ιστορικού ηγετικού ρόλου, είναι όμως μια απαραίτητη συνθήκη για να « ξαναφτιάξουμε την Ευρώπη ».
Η κρίση της σημερινής Ευρώπης, που εύκολα πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να θεωρηθεί υπαρξιακή, καθώς φέρνει τους πολίτες της αντιμέτωπους με αμετάκλητες επιλογές και εντέλει με το « να ζει κανείς ή να μη ζει », χωρίς αμφιβολία προετοιμάστηκε από το γεγονός ότι οι θεσμοί και οι εξουσίες της αποσταθεροποιήθηκαν συστηματικά σε βάρος των δυνατοτήτων συμμετοχής των λαών στη δική τους ιστορία. Εκείνο, όμως, που την επέσπευσε, είναι το γεγονός ότι σκόπιμα αφέθηκε να λειτουργήσει όχι ως χώρος αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της και πρωτοβουλίας απέναντι στους κινδύνους της παγκοσμιοποίησης, αλλά ως όργανο διείσδυσης του παγκόσμιου ανταγωνισμού στην καρδιά του ευρωπαϊκού χώρου, απαγορεύοντας τις μεταβιβάσεις μεταξύ περιοχών και αποθαρρύνοντας τις κοινές επιχειρήσεις, απορρίπτοντας κάθε εναρμόνιση « εκ των άνω » των δικαιωμάτων και του βιοτικού επιπέδου, μετατρέποντας κάθε κράτος σε δυνητικό θηρευτή των γειτόνων του.
Από αυτή την αυτοκαταστροφική δίνη προφανώς δεν μπορούμε να ξεφύγουμε αντικαθιστώντας έναν ανταγωνισμό με έναν άλλο –παραδείγματος χάρη, υποκαθιστώντας τον ανταγωνισμό μέσω των μισθών, των φορολογικών συστημάτων και των επιτοκίων δανεισμού με τον ανταγωνισμό μέσω της υποτίμησης, όπως προτείνουν κάποιοι υποστηρικτές της επιστροφής στα εθνικά νομίσματα [14]. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτήν παρά μόνο επινοώντας και προτάσσοντας επίμονα μια Ευρώπη διαφορετική από εκείνη των τραπεζιτών, των τεχνοκρατών και των εισοδηματιών της πολιτικής. Μια Ευρώπη όπου αντιμάχονται αντιθετικά κοινωνικά μοντέλα και όχι έθνη σε αναζήτηση της χαμένης ταυτότητάς τους. Μια Ευρώπη της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης, ικανή να επινοεί για την ίδια και να προτείνει στον κόσμο επαναστατικές στρατηγικές ανάπτυξης και διευρυμένες μορφές συλλογικής συμμετοχής –αλλά και να τις αποδέχεται και να τις προσαρμόζει προς ίδια χρήση, αν τύχει και προκύψει να προταθούν κάπου αλλού. Μια Ευρώπη των λαών, δηλαδή του λαού και των πολιτών που τον αποτελούν.
Notes
[1] Βλ. Immanuel Wallerstein, Comprendre le monde. Introduction à l’analyse des systèmes-monde, La Découverte, Paris, 2006.
[2] (Σ.τ.Ε) Στο σύστημα του Μπρέτον Γουντς (1946-1971), που προέκυψε από τις ομώνυμες συμφωνίες, η αξία του δολαρίου ήταν διασυνδεδεμένη με τον χρυσό, ενώ τα άλλα νομίσματα ήταν διασυνδεδεμένα με το δολάριο. Τον Αύγουστο του 1971, ο πρόεδρος Νίξον αποφάσισε να βάλει τέλος στη μετατρεψιμότητα του δολαρίου σε χρυσό.
[3] Βλ. David Harvey, Le Nouvel Impérialisme, Les Prairies ordinaires, Παρίσι, 2010.
[4] Βλ. Robert Castel και Claudine Haroche, Propriété privée, propriété sociale, propriété de soi, Fayard, Παρίσι, 2001.
[5] Σύμφωνα με τον Pierre-Noël Giraud, L’Inégalité du monde. Economie du monde contemporain, Gallimard, συλλογή « Folio Actuel », Παρίσι, 1996.
[6] Βλ. « Europe’s Reluctant Hegemon », The Economist, Λονδίνο, 15 Ιουνίου 2013.
[7] Βλ. Gérard Duménil και Dominique Lévy, La Grande Bifurcation. En finir avec le néolibéralisme, La Découverte, 2014.
[8] (Σ.τ.Ε.) Ο ορντολιμπεραλισμός (απλή μεταγραφή στα ελληνικά του όρου ordoliberalismus, που θα μπορούσε να αποδοθεί ως « εύτακτος φιλελευθερισμός ») είναι η μεταπολεμική γερμανική εκδοχή του οικονομικού φιλελευθερισμού, με κεντρικό δόγμα ότι η απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς διασφαλίζεται μέσα από κάποιες παρεμβάσεις του κράτους και των νόμων.
[9] (Σ.τ.Ε.) Ελληνικά στο πρωτότυπο.
[10] Βλ. « Union européenne : la révolution par en haut ? », Libération, Παρίσι, 21 Νοεμβρίου 2011.
[11] Βλ. La Proposition de l’égaliberté. Essais politiques, 1999-2009, Presses Universitaires de France (PUF), Παρίσι, 2010.
[12] Βλ. Jürgen Habermas, La Constitution de l’Europe, Gallimard, συλλογή « NRF Essais », 2012.
[13] Βλ. Pierre Rosanvallon, La Contre-Démocratie. La politique à l’âge de la défiance, Seuil, Παρίσι, 2006.
[14] Βλ., για παράδειγμα, Jacques Sapir, Faut-il sortir de l’euro ?, Seuil, 2012.

Μετάφραση: Θανάσης Κούτσης
Πηγή:  monde-diplomatique.gr